Η αγοραφοβία είναι μια αγχώδης διαταραχή.
Το βασικό χαρακτηριστικό της αγοραφοβίας είναι το άγχος του ατόμου να βρεθεί σε χώρους και καταστάσεις από τις οποίες θεωρεί ότι δεν υπάρχει η δυνατότητα έγκαιρης διαφυγής σε περίπτωση που εμφανίσει συμπτώματα πανικού, δεν θα λάβει βοήθεια από ένα αξιόπιστο πρόσωπο και θα βρεθεί σε μία κοινωνικά δυσάρεστη κατάσταση. Τα αγοραφοβικά άτομα δεν αποφεύγουν μόνο την πολυκοσμία αλλά και κλειστούς χώρους. Σε σοβαρές περιπτώσεις το άτομο δεν μπορεί να βγει από την κατοικία του. Η αγοραφοβία εμφανίζεται σε ποσοστό από 29.5% ως 58.2% με διαταραχή πανικού.
Η έναρξη της διαταραχής είναι συνήθως μεταξύ 20 και 40 ετών και εμφανίζεται πιο συχνά σε γυναίκες . Υπολογίζεται ότι 2 ως 3 % των ενήλικων ατόμων (18 ως 54 ετών) θα εμφανίσουν στην ζωή τους αγοραφοβία.Υπολογίζεται ότι περίπου 60% των ατόμων που πάσχουν γενικά από μια φοβία, εμφανίζουν αγοραφοβία.Πιο συγκεκριμένα ο Τζ. Μπόλμπι (J.Bowlby) το 1973 περιέγραψε την αγχωτική προσέγγιση των παιδιών που χαρακτηρίζεται από έναν έντονο φόβο αποχωρισμού.
Είχε υποθέσει ότι αυτό το φαινόμενο αντανακλά τη μετάδοση μιας αγχωτικής προσέγγισης των γονιών προς τα παιδιά, αλλά και την άμεση απειλή της εγκατάλειψης από μέρους των γονιών.
Ο πανικός και η Αγοραφοβία έχουν σχέση και με το άγχος του χωρισμού, (Αποχωρισμός).
Ο Τζ. Μπόλμπι ισχυρίστηκε ότι τα άτομα με αγοραφοβία ή σχολική άρνηση είναι αυτά που στην προσχολική ηλικία είχαν τα χαρακτηριστικά μιας αγχωτικής προσέγγισης αλλά και την έλλειψη μιας γερής βάσης.